- καταπνίγομαι
- καταπνίγομαι, καταπνίγηκα βλ. πίν. 199
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
καταπνίγω — (AM καταπνίγω) πνίγω κάποιον εντελώς, τόν αποπνίγω νεοελλ. 1. μτφ. καταστέλλω κάτι προτού εκδηλωθεί ή και μετά την εκδήλωσή του για να μην κατισχύσει (α. «καταπνίγω τον θυμό μου» β. «κατέπνιξε την επανάσταση» 2. μέσ. καταπνίγομαι είμαι αδύνατος,… … Dictionary of Greek
περιαντλώ — έω, ΜΑ 1. χύνω ολόγυρα, περιχύνω 2. μτφ. καταπλημμυρίζω, καταποντίζω κάποιον («περιαντλεῑσθαι ὑπὸ τοῡ πλήθους τῆς τῶν ἰατρῶν διαφωνίας», Γαλ.) 3. παθ. περιαντλοῡμαι, έομαι καταπνίγομαι … Dictionary of Greek
ՀԵՂՁԱՆԻՄ — ( ) NBH 2 0084 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 10c, 12c կ.չ.ձ. ՀԵՂՁԱՆԻՄ ՀԵՂՁՆՈՒՄ եւ ՀԵՂՁԻՄ եւ ՀԵՂՁՈՒՄ. πνίγομαι , καταπνίγομαι suffocor. Խեղդիլ՝ իրօք, նմանութեամբ կամ նեղսրտութեամբ, որ եւ Հեղձամղձուկ լինել. զիջանիլ. պայթիլ … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
ՀԵՂՁԻՄ — ( ) NBH 2 0084 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 10c, 12c կ.չ.ձ. ՀԵՂՁԱՆԻՄ ՀԵՂՁՆՈՒՄ եւ ՀԵՂՁԻՄ եւ ՀԵՂՁՈՒՄ. πνίγομαι, καταπνίγομαι suffocor. Խեղդիլ՝ իրօք, նմանութեամբ կամ նեղսրտութեամբ, որ եւ Հեղձամղձուկ լինել. զիջանիլ. պայթիլ.… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
ՀԵՂՁՆՈՒՄ — ( ) NBH 2 0084 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 10c, 12c կ.չ.ձ. ՀԵՂՁԱՆԻՄ ՀԵՂՁՆՈՒՄ եւ ՀԵՂՁԻՄ եւ ՀԵՂՁՈՒՄ. πνίγομαι , καταπνίγομαι suffocor. Խեղդիլ՝ իրօք, նմանութեամբ կամ նեղսրտութեամբ, որ եւ Հեղձամղձուկ լինել. զիջանիլ. պայթիլ … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
ՀԵՂՁՈՒՄ — (ձայ, ձեալ կամ ձուցեալ.) NBH 2 0084 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 10c, 12c կ.չ.ձ. ՀԵՂՁԱՆԻՄ ՀԵՂՁՆՈՒՄ եւ ՀԵՂՁԻՄ եւ ՀԵՂՁՈՒՄ. πνίγομαι, καταπνίγομαι suffocor. Խեղդիլ՝ իրօք, նմանութեամբ կամ նեղսրտութեամբ, որ եւ Հեղձամղձուկ… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)